Post by aemilius18bach on Mar 27, 2006 0:16:20 GMT 2
Πολλοί είπαν ότι πρέπει να υποστηρίξουμε την πρώτη ελληνική ταινία splatter. Και μόνο για αυτό αξίζει κάποιος να δώσει το εφταευράκι του και να ξοδέψει μιάμιση ώρα από τη ζωή του για να πάει να την υποστηρίξει. Θα το δεχόμουν αν ήταν όντως έτσι…
Το «Κακό» ακόμα και αν πολύ θα το ήθελε, δεν είναι η πρώτη ελληνική ταινία splatter. Ναι μην σοκάρεστε. Πριν είκοσι και βάλε χρόνια και συγκεκριμένα το (1983) ο Νίκος Ζερβός έκανε τον «Δράκουλα των Εξαρχείων». Μια ταινία που αν μη τι άλλο και ένα ευρηματικό σενάριο είχε και καλή σκηνοθεσία για το είδος της και μια πλειάδα από γνωστούς ηθοποιούς και καλλιτέχνες γενικότερα, που έπαιξαν σε αυτή, όπως ο Αντώνης Καφετζόπουλος, ο Κωνσταντίνος Τζούμας, ο Σάκης Μπουλάς, ο Τζόνι Βαβούρας, ο Δημήτρης Πουλικάκος, αλλά κι ο Νικόλας Άσιμος κι ο Τζίμης Πανούσης. Μπορώ ίσως να δικαιολογήσω την άγνοια του νεαρού σκηνοθέτη Νούσια, που τότε που βγήκε η συγκεκριμένη ταινία ήταν δεν ήταν 6-7 ετών, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορώ να δικαιολογήσω την άγνοια της παραγωγής και πόσο μάλλον της εταιρείας διανομής που είναι και η υπεύθυνη για το promotion της. Ο αντίστοιχος χαρακτηρισμός της λοιπόν ως της «πρώτης splaterias» μάλλον έχει ως στόχο να παραπλανήσει το κοινό και ιδιαίτερα την μεγάλη μερίδα των σημερινών εικοσάριδων που το 83 ήταν αγέννητοι, αλλά και γενικότερα όσων εμπιστεύονται χωρίς να πολυψάξουν όσα τους σερβίρουν τα τμήματα marketing της κάθε εταιρείας. Επειδή λοιπόν δεν με θεωρώ αδαή, αλλά και πάνω από όλα υποστηρίζω τις ειλικρινείς και μόνο προσπάθειες και όχι αυτούς που προσπαθούν να κερδίσουν εξαπατώντας το κοινό, χάνει τον πρώτο πόντο.
Ας προσπεράσουμε όμως τα της «ατυχούς» προβολής της ταινίας ως πρώτου splatter. Να την υποστηρίξουμε ζητάνε κάποιοι σαν μια προσπάθεια ενός ελληνικού splatter, σκέτο. Μαζί σας. Κι αυτό ακόμα θα το έκανα αν ήταν έτσι. Όμως κι εδώ μας γελάσανε. Το «κακό» ΔΕΝ είναι splatter. Και τι είναι τότε θα μου πεις. Κωμωδία; Ούτε, θα απαντήσω. Αγνώστου είδους και ταυτότητα.
Σενάριο. Παιδαριώδες έως ανύπαρκτο. Με λίγα λόγια πιστεύω πως κανείς δεν χρειάστηκε να κάτσει να γράψει καμιά ατάκα, αλλά απλά μια περίληψη και ο καθένας έλεγε ότι του κατέβαινε την στιγμή των γυρισμάτων με την καθοδήγηση του άπειρου και άτεχνου «σκηνοθέτη».
Σκηνοθεσία. Ο θεός να την κάνει αλλά λέμε τώρα. Κάποιος πρέπει να του πει για αυτές τις περίφημες γωνίες λήψης. Ένας από τους μεγαλύτερους κανόνες της κινηματογραφίας είναι ότι δεν τραβάμε, όπως βολεύει, αλλά όπως λειτουργεί. Κοινώς δεν χειριζόμαστε την κάμερα όπως σε μια βάφτιση ή έναν γάμο, που κι εκεί ακόμα κι από ερασιτέχνες μπορείς να βρεις πιο εμπνευσμένες γωνίες λήψης, αλλά και τελικό μοντάζ.
Ερμηνείες. Ποιες ερμηνείες; Σιγά το υποκριτικό ταλέντο που χρειάζεσαι για να παριστάνεις το ζόμπι ή το πτώμα θα πούν κάποιοι, υποθέτω μαζί με αυτούς κι ο ίδιος ο σκηνοθέτης που επέλεξε το team του. Κι όμως ακόμα και για αυτό χρειάζονται έστω και οι ελάχιστες γνώσεις υποκριτικής και δεν μαζεύουμε ένα τσούρμο από το γήπεδο ή την διπλανή καφετέρια που τους είπαμε ελάτε να σας κάνουμε star και τρέξανε να υποδυθούν τα ζόμπι στην άδεια Αθήνα. Μοναδική εξαίρεση η σχετικά πειστική ερμηνεία του Αργύρη Θανάσουλα.
Οπτικά Εφέ.
Το μόνο ίσως θετικό του τεχνικού μέρους είναι η συμμετοχή των αδελφών Αλαχούζου στο team της ταινίας που διαφέρει κατά πολύ από το σύνολο. Τα 100 και βάλε πλάνα με ψηφιακά εφέ, που μας διαφημίζανε ήταν το πολύ 5-6, γιατί μάλλον τα υπόλοιπα τα χάσανε κατά την διάρκεια του μοντάζ. Το αποτέλεσμα όμως δείχνει ότι μάλλον λόγω αναδουλειάς την ανέλαβαν κι αυτοί τελικά, γιατί ως γνωστόν ο καλλιτέχνης κάτι πρέπει να κάνει κι αυτός για να ζήσει. Ακόμα κι αν αυτό λέγεται αισθητικές υποχωρήσεις.
Το «Κακό» ακόμα και αν πολύ θα το ήθελε, δεν είναι η πρώτη ελληνική ταινία splatter. Ναι μην σοκάρεστε. Πριν είκοσι και βάλε χρόνια και συγκεκριμένα το (1983) ο Νίκος Ζερβός έκανε τον «Δράκουλα των Εξαρχείων». Μια ταινία που αν μη τι άλλο και ένα ευρηματικό σενάριο είχε και καλή σκηνοθεσία για το είδος της και μια πλειάδα από γνωστούς ηθοποιούς και καλλιτέχνες γενικότερα, που έπαιξαν σε αυτή, όπως ο Αντώνης Καφετζόπουλος, ο Κωνσταντίνος Τζούμας, ο Σάκης Μπουλάς, ο Τζόνι Βαβούρας, ο Δημήτρης Πουλικάκος, αλλά κι ο Νικόλας Άσιμος κι ο Τζίμης Πανούσης. Μπορώ ίσως να δικαιολογήσω την άγνοια του νεαρού σκηνοθέτη Νούσια, που τότε που βγήκε η συγκεκριμένη ταινία ήταν δεν ήταν 6-7 ετών, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορώ να δικαιολογήσω την άγνοια της παραγωγής και πόσο μάλλον της εταιρείας διανομής που είναι και η υπεύθυνη για το promotion της. Ο αντίστοιχος χαρακτηρισμός της λοιπόν ως της «πρώτης splaterias» μάλλον έχει ως στόχο να παραπλανήσει το κοινό και ιδιαίτερα την μεγάλη μερίδα των σημερινών εικοσάριδων που το 83 ήταν αγέννητοι, αλλά και γενικότερα όσων εμπιστεύονται χωρίς να πολυψάξουν όσα τους σερβίρουν τα τμήματα marketing της κάθε εταιρείας. Επειδή λοιπόν δεν με θεωρώ αδαή, αλλά και πάνω από όλα υποστηρίζω τις ειλικρινείς και μόνο προσπάθειες και όχι αυτούς που προσπαθούν να κερδίσουν εξαπατώντας το κοινό, χάνει τον πρώτο πόντο.
Ας προσπεράσουμε όμως τα της «ατυχούς» προβολής της ταινίας ως πρώτου splatter. Να την υποστηρίξουμε ζητάνε κάποιοι σαν μια προσπάθεια ενός ελληνικού splatter, σκέτο. Μαζί σας. Κι αυτό ακόμα θα το έκανα αν ήταν έτσι. Όμως κι εδώ μας γελάσανε. Το «κακό» ΔΕΝ είναι splatter. Και τι είναι τότε θα μου πεις. Κωμωδία; Ούτε, θα απαντήσω. Αγνώστου είδους και ταυτότητα.
Σενάριο. Παιδαριώδες έως ανύπαρκτο. Με λίγα λόγια πιστεύω πως κανείς δεν χρειάστηκε να κάτσει να γράψει καμιά ατάκα, αλλά απλά μια περίληψη και ο καθένας έλεγε ότι του κατέβαινε την στιγμή των γυρισμάτων με την καθοδήγηση του άπειρου και άτεχνου «σκηνοθέτη».
Σκηνοθεσία. Ο θεός να την κάνει αλλά λέμε τώρα. Κάποιος πρέπει να του πει για αυτές τις περίφημες γωνίες λήψης. Ένας από τους μεγαλύτερους κανόνες της κινηματογραφίας είναι ότι δεν τραβάμε, όπως βολεύει, αλλά όπως λειτουργεί. Κοινώς δεν χειριζόμαστε την κάμερα όπως σε μια βάφτιση ή έναν γάμο, που κι εκεί ακόμα κι από ερασιτέχνες μπορείς να βρεις πιο εμπνευσμένες γωνίες λήψης, αλλά και τελικό μοντάζ.
Ερμηνείες. Ποιες ερμηνείες; Σιγά το υποκριτικό ταλέντο που χρειάζεσαι για να παριστάνεις το ζόμπι ή το πτώμα θα πούν κάποιοι, υποθέτω μαζί με αυτούς κι ο ίδιος ο σκηνοθέτης που επέλεξε το team του. Κι όμως ακόμα και για αυτό χρειάζονται έστω και οι ελάχιστες γνώσεις υποκριτικής και δεν μαζεύουμε ένα τσούρμο από το γήπεδο ή την διπλανή καφετέρια που τους είπαμε ελάτε να σας κάνουμε star και τρέξανε να υποδυθούν τα ζόμπι στην άδεια Αθήνα. Μοναδική εξαίρεση η σχετικά πειστική ερμηνεία του Αργύρη Θανάσουλα.
Οπτικά Εφέ.
Το μόνο ίσως θετικό του τεχνικού μέρους είναι η συμμετοχή των αδελφών Αλαχούζου στο team της ταινίας που διαφέρει κατά πολύ από το σύνολο. Τα 100 και βάλε πλάνα με ψηφιακά εφέ, που μας διαφημίζανε ήταν το πολύ 5-6, γιατί μάλλον τα υπόλοιπα τα χάσανε κατά την διάρκεια του μοντάζ. Το αποτέλεσμα όμως δείχνει ότι μάλλον λόγω αναδουλειάς την ανέλαβαν κι αυτοί τελικά, γιατί ως γνωστόν ο καλλιτέχνης κάτι πρέπει να κάνει κι αυτός για να ζήσει. Ακόμα κι αν αυτό λέγεται αισθητικές υποχωρήσεις.